18 Οκτωβρίου 2010

Ένα Πολυσυζητημένο & Πολυταξιδευμένο Αρχείο: Αρχείο ΚΚΕ



Παρακάτω επιχειρείται μια συνοπτική αναφορά στην περιπέτεια του Αρχείου του ΚΚΕ, βασισμένη στα άρθρα των κ.κ. Χουλιαράκη Δ. και Σταυρόπουλου Λ. στην εφημερίδα Το Βήμα στις 29-03-2009.

 Από τη «σκοτεινή» δεκαετία του 1950 χρονολογούνται οι ζυμώσεις για την οργάνωση του Aρχείου του ΚΚΕ και τη συγκρότηση ομάδων ειδικών για τη μελέτη του. Με εισήγηση του τότε επικεφαλής στο τμήμα διαφώτισης της Κεντρικής Επιτροπής Γρ. Φαράκου, δημιουργείται το 1959 ο τομέας ιστορίας και το κομματικό αρχείο στελεχώνεται από τους Θ. Παπαπαναγιώτου και Μ. Κάιλα. Από αυτό το υλικό, με δεκαετία «αιχμής» εκείνη του ΄40, απαρτίζεται το θυελλώδες, γεμάτο ανατροπές και περιπέτειες χρονικό του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας και στο εξωτερικό, που θα μπορούσε να διαβαστεί σα μυθιστόρημα. Χρονικό που απαρτίζεται από την πορεία του Aρχείου στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, τις απώλειες ντοκουμέντων, αποσπάσεις υλικού, ακόμη και λεηλασίες.

Το Μάρτιο του 1968, έναν μήνα δηλαδή μετά τη σημαδιακή για το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα 12η Ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στη Βουδαπέστη, η οποία οδήγησε στη διάσπαση του κόμματος και στη διαμόρφωση δύο πολιτικών και ιδεολογικών ρευμάτων, μια ομάδα κρούσης που εισέβαλε στο κτίριο όπου βρισκόταν το Αρχείο κατάφερε, βάσει ενός καλά καταρτισμένου σχεδίου, να αποσπάσει σημαντικό- από όγκο, αλλά και περιεχόμενο- μέρος του Aρχείου. Το Aρχείο στεγάζονταν στην ρουμανική πόλη Σιμπίου, σε ένα νεοκλασικό κτήριο. Το ΚΚΕ ειδοποίησε τη Μόσχα, η οποία ζήτησε  από τους Ρουμάνους να παραδοθεί το Aρχείο στον νόμιμο κάτοχό του, το ΚΚΕ (το εναπομείναν τμήμα του αρχείου στάλθηκε την ίδια χρονιά στο Ιβάνοβο, 300 χλμ. βορειοανατολικά της Μόσχας, ενώ η έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ μεταφέρθηκε στη Βουδαπέστη). Η ρουμανική πλευρά φέρεται να διεμήνυσε στους διαγραμμένους να φυγαδεύσουν το Aρχείο από τη χώρα εντός 10 ημερών, ειδάλλως θα ήταν αναγκασμένοι, λόγω των σοβιετικών πιέσεων, να το παραδώσουν οι ίδιοι στην αντίπαλη πλευρά. Το αποσπασμένο υλικό είχε μεταφερθεί αρχικά στην περιοχή Μπάλτα Αλμπα, έξω από το Βουκουρέστι.

Στη συνέχεια το Aρχείο βρέθηκε στα Σκόπια ύστερα από σχετικές επαφές και διαβουλεύσεις. Οι διαφωνίες του Τίτο με την ΕΣΣΔ, άλλωστε, λειτουργούσαν ως κοινός τόπος με τους «αντιφρονούντες» του φιλοσοβιετικού ΚΚΕ. Την εποχή εκείνη εικάζεται ότι υπήρξαν σημαντικές απώλειες ντοκουμέντων με ευαίσθητο περιεχόμενο, τα οποία και παρακρατήθηκαν και αναφέρονται στο λεγόμενο «μακεδονικό ζήτημα» και σε παλαιότερες θέσεις του ΚΚΕ επ΄ αυτού, το 1920-1930 (περί «ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης»), που αργότερα ανατράπηκαν, σε συνάρτηση με την ύπαρξη σλαβομακεδονικού προσφυγικού στοιχείου, η παρουσία του οποίου ήταν έντονη στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ).

Οταν τον Απρίλιο του 1988 το αρχείο ετοιμαζόταν προς επαναπατρισμό από τα Σκόπια για λογαριασμό της ΕΑΡ, όχι χωρίς την γκρίνια και τις έντονες αντιρρήσεις των Σκοπιανών, πάνω από 300.000 φύλλα συσκευασμένα σε 400 ευμεγέθη κιβώτια γέμισαν ένα ολόκληρο τριαξονικό φορτηγό! Είχε προηγηθεί μια περίοδος πραγματικού πολέμου εναντίον του υπευθύνου του αρχείου Παπαπαναγιώτου από τους Σλαβομακεδόνες- που ένας από τους πόλους του ήταν η διαπίστωση από το υλικό του αρχείου ότι το ελληνικό κόμμα ήταν άμεμπτο έναντι του ετέρου, γιουγκοσλαβικού μέρους, ενώ δεν θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί και το αντίθετο -, με αποκορύφωμα ο Παπαπαναγιώτου, όταν οι πιέσεις έγιναν αφόρητες, να τους απαγορεύσει την πρόσβαση σε αυτό. Επιστρατεύοντας όλη του την ευρηματικότητα, άλλαξε μάλιστα τις ετικέτες στα κουτιά των εγγράφων, ώστε σε περίπτωση απουσίας του οι επίδοξοι κλέφτες να μη βρουν αυτό που ζητούσαν. Εκείνη την εποχή άρχισε να φοβάται ακόμη και για τη ζωή του, καθώς οι αρχές εφάρμοζαν πλέον ανοιχτά ακραίες πρακτικές. Σε μια περίπτωση μετάβασής του στην Ελλάδα μάλιστα, κατά τον έλεγχο στα σύνορα, οι ασφαλίτες αφαίρεσαν ακόμη και τις ζάντες ψάχνοντας ως και στο εσωτερικό των ελαστικών κάποιο κρυμμένο κομματικό ντοκουμέντο που δεν θα ήταν ευνοϊκό για εκείνους. Λέγεται ότι είχε μεσολαβήσει και το ΠΑΣΟΚ ώστε να έχουν επιτυχή έκβαση των προσπαθειών επιστροφής του Aρχείου.

Για τον Περισσό ανέκαθεν το θέμα του Aρχείου, το οποίο είχε στα χέρια του το ΚΚΕ Εσωτερικού και κατόπιν η διάδοχη ΕΑΡ, για να καταλήξει το 1991 με πλήρες δικαίωμα κυριότητας στην αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) ήταν casus belli με την «αντίπερα όχθη». Αν και η σύγκλιση της ΕΑΡ με το ΚΚΕ υπό την σκέπη του ενιαίου Συνασπισμού το 1989 κήρυξε σιωπηρά ανακωχή των δύο «αιωνίων αντιπάλων» όσον αφορά την τύχη του αρχείου, για τον Περισσό παρέμενε πάντα το «κλεμμένο με γκανγκστερικό τρόπο», που του ανήκε. Ο Χ. Φλωράκης είχε θέσει προσωπικά το θέμα στον Φ. Ηλιού- εκ των συμμετασχόντων στη 12η Ολομέλεια και κατοπινό επικεφαλής, ως τον θάνατό του, των ΑΣΚΙ- όταν ο τελευταίος του παρέδωσε τον προσωπικό κομματικό φάκελό του, ζητώντας του τουλάχιστον να παραδοθεί στο ΚΚΕ αντίγραφο του αρχείου, κάτι που δεν έγινε (χονδρικά το τμήμα που αποσπάστηκε το 1968 από το ενιαίο αρχείο καλύπτει το 1/3, ενώ τα 2/3 παρέμειναν στο ΚΚΕ). Τα ΑΣΚΙ, το τμήμα του αρχείου που βρίσκεται στην κατοχή τους το κρατούν ανοιχτό σε όλους τους μελετητές και ερευνητές και προχωρούν στην ψηφιοποίηση του και την ελεύθερη διάθεση του. Το ΚΚΕ από την πλευρά του διαθέτει πρόσβαση σε τμήμα του αρχείου του μέσω του Επιμορφωτικού Κέντρου «Βιβλιοθήκη - Αρχείο Χαρίλαος Φλωράκης» και παράλληλα προχωρά στην σταδιακή ψηφιοποίηση του, στην έκδοση αποσπασμάτων του και κυρίως στην ολοκλήρωση της αποκατάστασης του υλικού που υπέστη μεγάλες φθορές από την πλημμύρα του 1994.

Η συνοπτική αυτή επισκόπηση της Ιστορίας του Αρχείου του ΚΚΕ, δεν έχει καμιά κομματική - πολιτική αφετηρία. Απλά κι μόνο, από επαγγελματική διαστροφή, μας έκανε εντύπωση το γεγονός ότι πρόκειται για μια σπάνια - αν όχι μοναδική-  περίπτωση σύγχρονου αρχείου, που έχει βρεθεί στην «πρώτη γραμμή της δημοσιότητας», που έχει «χυθεί αρκετό μελάνι» για χάρη του και που κάποιοι έχουν δώσει σημασία στο περιεχόμενο, τη συντήρηση και τη διάθεση του.

Και όλα αυτά σε μια εποχή που ενώ κυριαρχεί ο όρος «ψηφιοποίηση», στην Ελλάδα η στοιχειώδης οργάνωση των αρχείων φορέων κι οργανισμών εξακολουθεί να είναι υποτυπώδης, η διάθεση τους είναι προβληματική και συχνά επιλεκτική (βλέπε αρχεία του ΥΠΕΞ), η στελέχωση των υπηρεσιών αρχείων θυμίζει σε μεγάλο βαθμό το «μπάχαλο των σχολικών βιβλιοθηκών», με το Ανειδίκευτο Ανεπαρκές Αποσπασμένο προσωπικό. Και το κερασάκι στην τούρτα έχουν αρχίσει να «κυκλοφορούν στην πιάτσα» παραποιημένα σύγχρονα αρχεία, πάνω στα οποία στηρίζονται φιλόδοξες εκδόσεις εξωραϊσμού προσώπων και γεγονότων της σύγχρονης ιστορίας (αλίμονο στους ερευνητές και στους ιστορικούς).

Και όλα αυτά  σε μια εποχή που οι «επαγγελματίες» της ελληνικής αρχειονομίας είναι σταθερά προσανατολισμένοι από τη μια στην παλαιογραφία, από την άλλη στο πώς θα χώσουν το κεφάλι τους σε καμιά βιβλιοθήκη (είπαμε στα αρχεία δουλεύουν οι Άλλοι υπάλληλοι) και στην καλύτερη περίπτωση ασχολούνται με τη θεωρητική - επιστημονική «τεκμηρίωση» της Αρχειονομίας - Βιβλιοθηκονομίας.  

1 σχόλιο:

Γιώργος Κατσαμάκης είπε...

προσυπογράφω...

-ιδιαίτερα τις τελευταίες επισημάνσεις σου.